- κληροῖς
- κληροῖςκληρόωappoint by lot: pres opt act 2nd sgκληρόωappoint by lot: pres subj act 2nd sgκληρόωappoint by lot: pres ind act 2nd sg
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
κληροῖς — κληρόω appoint by lot pres opt act 2nd sg κληρόω appoint by lot pres subj act 2nd sg κληρόω appoint by lot pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλήροις — κλῆρος lot masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κληρώνω — (AM κληρώ, όω, Α δωρ. τ. κλαρόω) [κλήρος] 1. ενεργώ εκλογή ή διανομή με κλήρο, ορίζω με κλήρωση (α. «θα κληρωθούν οι τυχεροί που θα συμμετάσχουν στο ταξίδι» β. «θα κληρώσει το δικαστήριο τα δύο οικόπεδα για να μοιραστεί η περιουσία» γ. «εἴ τις… … Dictionary of Greek